Συνέδριο για τη μοριακή και πληθυσμιακή βιολογία των κουνουπιών και άλλων φορέων λοιμωδών ασθενειών στην ΟΑΚ
Τετάρτη, 29 Ιουλίου 2015
Διεθνές Συνέδριο για τη μοριακή και πληθυσμιακή βιολογία των κουνουπιών και άλλων φορέων λοιμωδών ασθενειών, το μοναδικό παγκοσμίως στο είδος του, πραγματοποιείται αυτές τις ημέρες στην ΟΑΚ (24-29 Ιουλίου), όπου έχει καθιερωθεί τα τελευταία 12 χρόνια. Πρόκειται για μια διοργάνωση με τεράστια εμβέλεια, που συγκεντρώνει το επιστημονικό ενδιαφέρον εκατοντάδων ερευνητών, με συμμετοχές από όλες τις ηπείρους. «Είναι σημαντικό να υποστηρίζουμε τέτοια επιστημονικά συνέδρια που μας αναδεικνύουν ως Χώρα και φέρνουν κόσμο για να δει την Ελλάδα και την Κρήτη», τόνισε εκ μέρους των διοργανωτών του συνεδρίου ο Καθηγητής του Imperial College του Λονδίνου κ. Γιώργος Χριστοφίδης. Πρόσθεσε επίσης ότι, «είναι πολύ καλό για την Κρήτη και το Κολυμπάρι που έχει την Ορθόδοξη Ακαδημία, αλλά και είναι τιμή για την Ελλάδα που συγκεντρώνει τους καλύτερους επιστήμονες στον κόσμο».
Στο συνέδριο παρουσιάζονται τα πιο πρόσφατα δεδομένα για τις εντομομεταδιδόμενες ασθένειες, όπως η ελονοσία, ο δάγκειος πυρετός και ο ιός του Δυτικού Νείλου. Οι ασθένειες αυτές οφείλονται σε τσιμπήματα κουνουπιών, και τα κρούσματα αυξάνονται τα τελευταία χρόνια - αφορούν, δυστυχώς, και τη Χώρα μας. Έμφαση στις εργασίες του συνεδρίου δίνεται μεταξύ άλλων στις επικείμενες κλιματικές αλλαγές, ορισμένες από τις οποίες, με βάση τις προβλέψεις και τα κλιματικά μοντέλα αφορούν έντονα περιοχές που βρίσκονται κοντά στην Αφρική, όπως η Κρήτη. Εξαιτίας των κλιματικών αλλαγών, αλλά και ανθρωπογενών παραγόντων (μετακινήσεις πληθυσμών κ.λπ.), υπάρχει σοβαρός κίνδυνος οι ασθένειες αυτές να εξελιχθούν σε απειλή για τη δημόσια υγεία, αλλά και την τουριστική οικονομία στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε περιόδους όπου η οικονομική κρίση επηρεάζει τα μέτρα πρόληψης, υπογραμμίζει ο κ. Χριστοφίδης.
Η δυναμική της Χώρας μας και της Κρήτης ειδικότερα στην έρευνα για τα έντομα υγειονομικής σημασίας και τις εντομομεταδιδόμενες ασθένειες έχει αναδειχθεί εδώ και δεκαετίες από αναγνωρισμένους έλληνες επιστήμονες, όπως οι Ομότιμοι Καθ. του Πανεπιστημίου Κρήτης Φώτης Καφάτος και Χρήστος Λούης. Η Κρήτη θα πρέπει να εκμεταλλευτεί το καθιερωμένο Συνέδριο, αλλά και την παράδοση που έχει δημιουργήσει στο συγκεκριμένο πεδίο έρευνας, αναφέρει ο κ. Γιάννης Βόντας, ερευνητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας και Καθηγητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (και πολύ λιγότερο η Ελληνική Πολιτεία, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον) ενισχύει σημαντικά τη σχετική έρευνα του ΙΤΕ-ΙΜΒΒ, χρηματοδοτώντας μεγάλα ερευνητικά προγράμματα στα οποία συμμετέχουν ελληνικές ομάδες. Η έρευνα αυτή θα πρέπει ωστόσο να ενισχυθεί και αξιοποιηθεί, με στόχο τη δημιουργία ομάδων αριστείας για την κάλυψη ερευνητικών αναγκών μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής στην Ανατολική Μεσόγειο, στο αντικείμενο των εντόμων υγειονομικής σημασίας και των εντομομεταδιδόμενων ασθενειών. Οι ομάδες αυτές μπορούν να συμβάλουν στην έρευνα για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των ασθενειών, καθώς επίσης και να συγκρατήσουν το κύμα διαφυγής νέων Ελλήνων και ιδιαίτερα Κρητικών επιστημόνων του Πανεπιστημίου Κρήτης και του ΙΤΕ, στο εξωτερικό, επισημαίνει ο κ. Βόντας.
Διεθνές Συνέδριο για τη μοριακή και πληθυσμιακή βιολογία των κουνουπιών και άλλων φορέων λοιμωδών ασθενειών, το μοναδικό παγκοσμίως στο είδος του, πραγματοποιείται αυτές τις ημέρες στην ΟΑΚ (24-29 Ιουλίου), όπου έχει καθιερωθεί τα τελευταία 12 χρόνια. Πρόκειται για μια διοργάνωση με τεράστια εμβέλεια, που συγκεντρώνει το επιστημονικό ενδιαφέρον εκατοντάδων ερευνητών, με συμμετοχές από όλες τις ηπείρους. «Είναι σημαντικό να υποστηρίζουμε τέτοια επιστημονικά συνέδρια που μας αναδεικνύουν ως Χώρα και φέρνουν κόσμο για να δει την Ελλάδα και την Κρήτη», τόνισε εκ μέρους των διοργανωτών του συνεδρίου ο Καθηγητής του Imperial College του Λονδίνου κ. Γιώργος Χριστοφίδης. Πρόσθεσε επίσης ότι, «είναι πολύ καλό για την Κρήτη και το Κολυμπάρι που έχει την Ορθόδοξη Ακαδημία, αλλά και είναι τιμή για την Ελλάδα που συγκεντρώνει τους καλύτερους επιστήμονες στον κόσμο».
Στο συνέδριο παρουσιάζονται τα πιο πρόσφατα δεδομένα για τις εντομομεταδιδόμενες ασθένειες, όπως η ελονοσία, ο δάγκειος πυρετός και ο ιός του Δυτικού Νείλου. Οι ασθένειες αυτές οφείλονται σε τσιμπήματα κουνουπιών, και τα κρούσματα αυξάνονται τα τελευταία χρόνια - αφορούν, δυστυχώς, και τη Χώρα μας. Έμφαση στις εργασίες του συνεδρίου δίνεται μεταξύ άλλων στις επικείμενες κλιματικές αλλαγές, ορισμένες από τις οποίες, με βάση τις προβλέψεις και τα κλιματικά μοντέλα αφορούν έντονα περιοχές που βρίσκονται κοντά στην Αφρική, όπως η Κρήτη. Εξαιτίας των κλιματικών αλλαγών, αλλά και ανθρωπογενών παραγόντων (μετακινήσεις πληθυσμών κ.λπ.), υπάρχει σοβαρός κίνδυνος οι ασθένειες αυτές να εξελιχθούν σε απειλή για τη δημόσια υγεία, αλλά και την τουριστική οικονομία στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε περιόδους όπου η οικονομική κρίση επηρεάζει τα μέτρα πρόληψης, υπογραμμίζει ο κ. Χριστοφίδης.
Η δυναμική της Χώρας μας και της Κρήτης ειδικότερα στην έρευνα για τα έντομα υγειονομικής σημασίας και τις εντομομεταδιδόμενες ασθένειες έχει αναδειχθεί εδώ και δεκαετίες από αναγνωρισμένους έλληνες επιστήμονες, όπως οι Ομότιμοι Καθ. του Πανεπιστημίου Κρήτης Φώτης Καφάτος και Χρήστος Λούης. Η Κρήτη θα πρέπει να εκμεταλλευτεί το καθιερωμένο Συνέδριο, αλλά και την παράδοση που έχει δημιουργήσει στο συγκεκριμένο πεδίο έρευνας, αναφέρει ο κ. Γιάννης Βόντας, ερευνητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας και Καθηγητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (και πολύ λιγότερο η Ελληνική Πολιτεία, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον) ενισχύει σημαντικά τη σχετική έρευνα του ΙΤΕ-ΙΜΒΒ, χρηματοδοτώντας μεγάλα ερευνητικά προγράμματα στα οποία συμμετέχουν ελληνικές ομάδες. Η έρευνα αυτή θα πρέπει ωστόσο να ενισχυθεί και αξιοποιηθεί, με στόχο τη δημιουργία ομάδων αριστείας για την κάλυψη ερευνητικών αναγκών μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής στην Ανατολική Μεσόγειο, στο αντικείμενο των εντόμων υγειονομικής σημασίας και των εντομομεταδιδόμενων ασθενειών. Οι ομάδες αυτές μπορούν να συμβάλουν στην έρευνα για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των ασθενειών, καθώς επίσης και να συγκρατήσουν το κύμα διαφυγής νέων Ελλήνων και ιδιαίτερα Κρητικών επιστημόνων του Πανεπιστημίου Κρήτης και του ΙΤΕ, στο εξωτερικό, επισημαίνει ο κ. Βόντας.